«Το δημοσίευμα είναι υπόδειγμα κιτρινισμού και μαύρου ψέματος», τόνισε κατά την έκτακτη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο αναπληρωτής υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, απαντώντας σε δημοσίευμα του «Έθνους» που αφορά τις επαγγελματικές του δραστηριότητές κατά το πρόσφατο παρελθόν.
Ο ίδιος τόνισε πως αυτό δεν είναι απλή συκοφαντία, αλλά «προβοκάτσια και πλαστογραφία», τονίζοντας πως το θέμα θα στραφεί στην Ελληνική Δικαιοσύνη, αφού θα ζητήσει από την εφημερίδα 10.000 ευρώ για συκοφαντική δυσφήμηση, τα οποία θα διαθέσει στο ΚΕΘΕΑ.
Το επίμαχο έγγραφο, σύμφωνα πάντα με τον κ. Κατρούγκαλο έχει υπογραφεί από συνεργάτη του και «πρόκειται για χαρτί μισθολογικής διαφοράς με το Δημόσιο», όπως είπε ο ίδιος, ενώ συμπλήρωσε πως η εφημερίδα δεν το παρουσίασε ολόκληρο, αλλά κομμένο.
Τέλος, να σημειωθεί πως ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης τόνισε ότι σε περίπτωση που αποδειχθούν τα αντίθετα, θα υποβάλλει την παραίτησή του.
Το χρονικό της υπόθεσης
Νωρίτερα προέκυψε ζήτημα για τον αναπληρωτή υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης Γ. Κατρούγκαλο, σχετικά με δημοσίευμα που αφορά τις επαγγελματικές του δραστηριότητές κατά το πρόσφατο παρελθόν.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του «Βήματος της Κυριακής», ο κ. Κατρούγκαλος φέρεται να είχε υπογράψει εργολαβικά συμφωνητικά με υπαλλήλους που επαναπροσλαμβάνει στο Δημόσιο, οι οποίοι ήταν ή απολυμένοι ή σε διαθεσιμότητα.
Από την πλευρά του, ο υπουργός, σε ανακοίνωση που εξέδωσε υποστηρίζει ότι ανέστειλε τη δικηγορική του δραστηριότητα από τον Ιούνιο του 2014 όταν και εξελέγη ευρωβουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ και πως έκτοτε δεν έχει καμία σχέση ή επικοινωνία με τους υπαλλήλους αυτούς.
Ωστόσο, βάσει των στοιχείων του δημοσιέυματος, προκύπτει ότι ο κ. Κατρούγκαλος φέρεται να συνέχισε να υπογράφει ιδιωτικά συμφωνητικά μέχρι και τις 27 Ιανουαρίου του 2015, οπότε και ορκίστηκε αναπληρωτής υπουργός.
Ταυτόχρονα ο κ. Κατρούγκαλος ισχυρίζεται ότι όλα τα δικαιώματα για ζητήματα αμοιβών τα έχει εκχωρήσει στη δικηγορική εταιρεία της οποίας ήταν μέλος μέχρι τα μέσα του 2014, ενώ, από την πλευρά του, το «Βήμα» υποστηρίζει ότι φρόντισε ο ίδιος να διατηρήσει τα πλήρη δικαιώματα για τον εαυτό του.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του κ. Κατρούγκαλου:
«Επ’ ευκαιρία δημοσιευμάτων που αναφέρονται στην δικηγορική μου δραστηριότητα σε υποθέσεις διαθέσιμων υπαλλήλων, θέλω να ξεκαθαρίσω τα πράγματα μια για πάντα:
Η πολιτική και η δικηγορική μου δραστηριότητα είχαν πάντα κοινή κατεύθυνση, την υπεράσπιση των δικαιωμάτων και του Συντάγματος. Χειρίστηκα πολλές «μνημονιακές» υποθέσεις την τελευταία πενταετία, τις πιο πολλές φορές χωρίς ή με ελάχιστη δικηγορική αμοιβή: τις ιδιωτικοποιήσεις των λιμανιών, τη ληστεία του PSI, τον παράνομο ορισμό της διοίκησης του ΤΑΙΠΕΔ, τις πολιτικές επιστρατεύσεις των απεργών του Μετρό και άλλες πολλές, μεταξύ των οποίων και υποθέσεις διαθεσίμων.
Ελάχιστες φορές, ιδίως όταν η δίκη θα γινόταν στα πολιτικά δικαστήρια και θα ενέπλεκε και άλλους δικηγόρους (μια που η δική μου ειδίκευση είναι στο δημόσιο δίκαιο) συντάχθηκε εργολαβική σύμβαση που προέβλεπε αμοιβή σε περίπτωση δικαστικής ευδοκίμησης της υπόθεσης. Από καμιά όμως από τις υποθέσεις αυτές δεν προσδοκώ προσωπικά αμοιβή, διότι αυτά τα εργολαβικά έχουν ως δικαιούχο την δικηγορική εταιρία στην οποία ανήκα μέχρι τις Ευρωεκλογές. Μετά την εκλογή μου ως ευρωβουλευτή έφυγα από την εταιρία αυτή και έκτοτε δεν ανέλαβα καμιά παρόμοια υπόθεση ούτε, προφανώς, συνέταξα καμιά σχετική εργολαβική σύμβαση.
Περαιτέρω, για να μην υπάρχει ούτε σκιά ηθικής αμφιβολίας ως προς το ότι μπορεί να επιφύλασσα ιδιαίτερη μεταχείριση στους πρώην εντολείς μου διαθέσιμους υπαλλήλους, αμέσως μετά την ανάληψη των υπουργικών μου καθηκόντων κάλεσα σε ανοικτή εκδήλωση στο αμφιθέατρο του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης όλους τους διαθέσιμους ή απολυμένους, για να τους ανακοινώσω τον προγραμματισμό της επαναφοράς τους. Τους δήλωσα δε, ενώπιον και των δημοσιογράφων, ότι ακριβώς λόγω προηγούμενης δικηγορικής μου εμπλοκής επέλεξα την δημόσια, ανοικτή συζήτηση και δεν θα είχα προσωπικά καμιά ιδιαίτερη συνάντηση με οποιαδήποτε ομάδα από αυτούς. Ούτε στο τηλέφωνο δεν μίλησα με τους πρώην εντολείς μου έκτοτε, με αποτέλεσμα αρκετοί από αυτούς που δεν καταλάβαιναν το λόγο να δυσαρεστηθούν. Αυτό το τήρησα ευλαβικά μέχρι και τη θέση σε διαβούλευση του σχετικού νομοσχεδίου.
Συνεπώς, η ανακίνηση του ζητήματος δεν είναι αθώα. Ούτε καν έχει σκοπό να πλήξει την προσωπική τιμή και υπόληψη μου. (Η Ελλάδα είναι μικρή χώρα και γνωριζόμαστε μεταξύ μας. Άλλωστε, αν με ενδιέφεραν τα χρήματα θα είχα μείνει στις Βρυξέλλες.) Αποσκοπεί στο να υπονομεύσει την προσπάθεια της κυβέρνησης για ουσιαστικές αλλαγές, και για αυτό εκδηλώθηκε μόλις τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση το νομοσχέδιο του Υπουργείου μας για τον εκδημοκρατισμό και τον εξορθολογισμό της διοίκησης.
Δεν θα τους περάσει».
Τί λέει η Νέα Δημοκρατία
Σε δήλωσή του για το θέμα, ο εκπρόσωπος Τύπου της Ν.Δ., τονίζει:
«Εάν αληθεύουν όσα καταγγέλλονται εις βάρος του κου Κατρούγκαλου πρέπει να αποπεμφθεί.
Γιατί, τελικώς η “ελπίδα” δεν ήταν αγωνιστικό αίτημα ήταν εμπορική συναλλαγή που κοστολογείται 12%.
Το κόστος το πληρώνει ο φορολογούμενος και το εισπράττει όπως φαίνεται ο υπουργός.
Αντί να προσληφθούν νέοι και άξιοι, επαναπροσλαμβάνονται οι ημέτεροι με το αζημίωτο.
Τώρα καταλαβαίνουν όλοι τι θα πει πρώτη φορά αριστερά».
Επιτίθεται με ανακοίνωσή του το ΠΑΣΟΚ
Ανακοίνωση για το θέμα εξέδωσε και το ΠΑΣΟΚ, τονίζοντας πως ο κ. Κατρούγγαλος έκανε προσοδοφόρο επάγγελμα την πολιτική του καριέρα. Μάλιστα το ΠΑΣΟΚ ζητά την αποπομπή του ιδίου από την κυβέρνηση:
«Δεν του έφθανε το ότι οικοδόμησε την πολιτική του καριέρα στην ωμή αντιμνημονιακή δημαγωγία παίζοντας με την υπόσταση της χώρας, χωρίς ίχνος επιστημονικής συστολής. Την έκανε και προσοδοφόρο επάγγελμα. Και τώρα ανέλαβε στην κυβέρνηση το χαρτοφυλάκιο που του επιτρέπει να ικανοποιήσει τους πελάτες του. Χωρίς να δηλώσει τουλάχιστον κώλυμα στην διαχείριση των υποθέσεων που χειρίστηκε ως δικηγόρος, με ενεργό προσδοκία εργολαβικής αμοιβής για την δικηγορική εταιρεία του!
Ο κ. Κατρούγκαλος πρέπει να αποπεμφθεί άμεσα από την κυβέρνηση και να αποδοθεί στους πελάτες του, από τους οποίους σίγουρα θα λείπει.
Το πρόσθετο ερώτημα είναι: υπάρχουν και άλλα κυβερνητικά ή κοινοβουλευτικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ με ανάλογες σχέσεις;», τονίζεται στην ανακοίνωση.